Το στοιχειό ταξιδεύει στους τοίχους, στους ξεχασμένους δρόμους, στο νερό εκεί, που άλλοτε λιμνάζει, είτε σε γωνιές που λίγη πρασινάδα ξεχωρίζει απ' το γκρίζο.
Το ταξίδι που ήτανε να κάνει, δεν πρόκειται να γίνει. Το όνομα που είχε κάποτε, χάθηκε, ξεχάστηκε! Τα χρώματα που θυμόταν, έχουν πια αλλάξει. Οι λέξεις που ειπώθηκαν, έχουν αφήσει ένα ξεφτισμένο παλμό στο χώρο.
Το Στοιχειό κατοικεί ανάμεσα στους τοίχους... Και περιμένει το φεγγάρι να γεμίσει. Να σταθεί λίγο μπρος στο φως του. Καθώς το φως του απαλό, δίνει πάλι ένα περίγραμμά στην ουσία του Στοιχειού! Μια ζωντανή ανάμνηση, που περιμένει.