Τα σύννεφα μαζεύτηκαν και 'κάναν ένα κύκλο, τραγούδησαν για μια φορά, την ομορφιά του ήλιου. Και διαλύθηκαν. Έγιναν δροσιά, έγιναν βροχή κι ομίχλη για να στρεβλώνουν το φως του ήλιου, στα δικά τους σχήματα. Κι έγιναν γέφυρες στον ουρανό με χρώματα. Κι έγιναν καθρέπτης καταπράσινων οάσεων. Κι έγιναν το πρωϊνό λευκό ξεθώριασμα του χθες!
Ένα μονοπάτι, ένα άνοιγμα, δείχνει πάντα ο δρόμος δε ξέρεις που πάει, δε ξέρεις ποιο είναι. Είναι απλά ο ψίθυρος, είναι η δυνατή παρόρμηση που σε αναγκάζει να τρέξεις προς τα 'κει. Δε θυμάμαι ποιος είμαι, μόνο το φως που είδα. Δε ξέρω που πάω, μόνο το τραγούδι που άκουσα. Δε έχω πολεμήσει ποτέ, αλλά κρατώ το ξίφος μου στο χέρι.