Θυμάμαι ακόμα τον ήχο, εκείνων των καιρών θυμάμαι και την αίσθηση της κρύας ανάσας μες στο βράδυ. Πως η ψυχή μου πάγωσε, εμπρός στο ξεχασμένο κήπο. Η πορτα ήταν εδώ και καιρό, μισόκλειστη! Σα να περιμένει κάποιος να γυρίσει. Μα είναι σφραγισμένη απ' τη σκουριά και τα κλαδιά των δέντρων. Μα είναι σφραγισμένη απ' το χρόνο. Κι η ματιά μου καρφωμένη προς το βάθος.
Ήταν η μέρα που ξεχάστηκα, και χάθηκα στα δέντρα εκεί που το σκοτάδι μπήκε μέσα μου έμαθα να ταξιδεύω και ξέχασα πως ζω. Έτσι άλλαξα... έμαθα να μετρώ να αστέρια έμαθα να ακούω τα νερά έμαθα να πιστεύω τα σημάδια έμαθα το χρόνο που ξεχνάει, τον κυκλικό, αέναο ρυθμό του κόσμου.
Εκεί εμείνα για πάντα ξεχασμένος! Ακόμα θυμάμαι τη κρύα ανάσα της σιωπής, ακόμα θυμάμαι, που ξάπλωσα στο κήπο. ακόμα θυμάμαι τη γαλήνη ακόμα αναζητώ τη μέρα που χάθηκα στα δέντρα, το χτύπο της καρδιάς, τα σύννεφα, και τη βροχή που ακολούθησε!