Παντα ακούς εκείνο το τραγούδι, π' ακούγονταν στο σιωπήλο ηλιοβασίλεμα όταν Θεός και προσευχή γινόντουσαν ένα με την ηρεμία του κουρασμένου ήλιου. Πάντα ακούς αυτό το ψίθυρο που σου γνέφει με τα σύννεφα τη μοίρα, καθώς η μέρα παίρνει το μωβ με το οποίο ξεκινάει! Έτσι ήταν πάντα, έτσι τραγουδάει η σιωπή, έτσι ηρεμεί το σύμπαν.
Κι οταν τ' αστέρια βγουν, εγώ ακόμα ταξιδεύω. Γιατί χωρίς ταξίδι, τα ονειρα της νύχτας χάνουν τ' όνομα τους και πεθαίνουν. Και τα άστρα κάθονται σ' ανώνυμους αστερισμούς να φωτίζουν το αχανές τους κενό, να περιμένουν την επιστροφή τ' Ωρίωνα. Μήπως και, τ' όνειρα σταθούν γι' αλλη μια φορά μπροστά τους σαν κύκνος, σαν αρκούδα, σαν σπαθί, σαν Ανδρομέδα!
Το ταξίδι δεν έχει γυρισμό κι ούτε κάποιο τέλος, πουθενά! Τιποτα δεν αρχίσε, τίποτα δε τέλειωσε ποτε. Απλά, όλα χάνονται για λίγο, ξεχνάνε τη μορφή τους, κι έπειτα γυρίζουν με το πρότερο τραγούδι!