Στην αρχή ήταν χαμόγελα, περιέργοι καινούριοι ήχοι, μυρωδιές κι αισθήσεις. Ήταν το φως, ήταν η νύχτα ήταν οι σκιές κι η μυρωδιά του πρωϊνού.
Μετά ήρθανε τραγούδια, όνειρα κι ο φοβος για το άγνωστο σκοτάδι. Το ποδοβολητό της μέρας, το πρώτο ξεκίνημα μια περιέργεια σε κάθε άγγιγμα, η πίστη σε ένα απεριόριστο ταξίδι.
Στην εφηβεία θυμάσαι να πονάς γι' αυτο που είσαι. Θυμάσαι να πληγώνεσαι. Κι έπειτα ένα περπάτημα μες τη βροχή, μια κίτρινη λάμπα και διάφορες ιδέες, με λίγους στίχους απλωμένους στο τραπέζι.
Kι έκει, λίγο πιο πέρα, θυμάμαι εαυτέ μου την ελπίδα! Τη θυμάμαι, ναι! Να χάνεται και να επιστρέφει σαν ανάσα. Να σε γεμίζει και να τραγούδας! Κι όταν τελειώσει, να μένεις κενός και πάλι.
Έτσι, μαθαίνεις να βλέπεις την ανάσα όπως βγαίνει να θυμάσαι τη μυρωδιά της, τον αχνό της, το θάμπωμα στο τζάμι το χειμώνα και να φτιάχνεις εικόνες μ' όλα αυτά, να ταξιδεύεις...
Κι ακόμα, όταν η ελπίδα τελειώνει, λίγα κομμάτια να χουν γίνει πάγος! Να χουν μείνει μέσα και να ζουν για πάντα. Ώστε να ξυπνάς πάντα με χαμόγελο, βρίσκοντας το κόσμο σου καινούριο!